Αν αφήσουμε στην άκρη την αρχική ετυμολογία, σύμφωνα με την οποία «φιλοσοφία» σημαίνει «αγάπη για τη σοφία», το να ορίσουμε τη φιλοσοφία είναι δύσκολο, δεδομένου ότι το νόημα της λέξης αλλάζει ανά τους αιώνες. Στην αρχαία Ελλάδα πίστευαν ότι ο άνθρωπος ξεκίνησε να φιλοσοφεί (όπως έλεγε ο Αριστοτέλης) ως αντίδραση στα παράδοξα φαινόμενα, αλλά σε παράδοξα φαινόμενα απαντά η ερώτηση «ποιος έχει κάνει όλα όσα μας περιστοιχίζουν;» (ερώτηση οπωσδήποτε φιλοσοφική, αν και κοινή σε όλες τις θρησκείες), καθώς και η ερώτηση «πώς γίνεται όλα τα μηρυκαστικά να έχουν κέρατα, εκτός από την καμήλα;» μία ερώτηση την οποία ο Αριστοτέλης προσπάθησε να απαντήσει, αλλά σήμερα την απευθύνουμε προς την επιστήμη και όχι τη φιλοσοφία.
Ακόμα κι αν η επιστήμη καλείται σήμερα να μας εξηγήσει την προέλευση και τη φύση των μηρυκαστικών και είναι σε θέση να μας εξηγήσει ότι αυτά αποτελούν προϊόντα της φυσικής εξέλιξης, απομένει μία ερώτηση καθαρά φιλοσοφική, για την οποία ακόμα δεν υπάρχει σαφής απάντηση: «ακόμα κι αν τα μηρυκαστικά είναι προϊόντα της φυσικής εξέλιξης, υπάρχει ένα ανώτερο σχέδιο το οποίο όρισε τους νόμους της φύσης που καθόρισαν τη εξέλιξή τους με αυτόν τον τρόπο (και λόγω αυτού κάθε βόδι σε κάθε εποχή και σε κάθε τόπο έχει κέρατα); Επανερχόμαστε, λοιπόν, στο πρόβλημα της ύπαρξης (ή όχι) του Θεού. Η επιστήμη μάς λέει ότι δεν είναι απαραίτητο να υποθέτουμε την ύπαρξη ενός δημιουργού προκειμένου να εξηγήσουμε την προέλευση του σύμπαντος και της ζωής, αλλά δεν μπορεί να μας αποδείξει ότι ο Θεός δεν υπάρχει – ακριβώς όπως δε μπορεί να αποδείξει και ότι υπάρχει, παρόλο που κατά τον Μεσαίωνα ο Θωμάς Ακινάτης πίστευε ότι μπορούσε να αποδείξει την πίστη με τη λογική και διατύπωσε πέντε (φιλοσοφικές) αποδείξεις για την ύπαρξη του Θεού. Έπειτα όμως ο Καντ υποστήριξε ότι αποδείξεις τέτοιου τύπου δεν ευσταθούν σύμφωνα με τη λογική και ότι η ύπαρξη του Θεού θα μπορούσε να τεθεί ως αξίωμα μόνο για ηθικούς λόγους. Και κάπως έτσι, όσο κι αν η φιλοσοφία διευρύνει το έδαφος της επιστήμης, συνεχίζει (ας μας επιτραπεί η έκφραση) να χώνει τη μύτη της παντού.
Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να πούμε ότι, παρόλο που από την αρχαιότητα έως σήμερα η ανθρωπότητα έχει αναθέσει την επιστήμη να βρει απαντήσεις για ορισμένα ερωτήματα, υπάρχουν άλλα για τα οποία η επιστήμη δεν έχει απαντήσεις (παραδείγματος χάριν, τι είναι το καλό και το δίκαιο, υπάρχει η ιδέα μίας Πολιτείας ανώτερης από τις άλλες, γιατί υπάρχει το κακό και ο θάνατος, και ούτω καθεξής) και τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο της φιλοσοφικής έρευνας. Κάποιος, άλλωστε, είπε ότι η φιλοσοφία είναι η επιστήμη που ασχολείται με τα ερωτήματα για τα οποία δεν υπάρχουν απαντήσεις.
Πρόκειται για μία υπερβολική διατύπωση. Πράγματι, υπάρχουν ερωτήματα για τα οποία δεν υπάρχουν απαντήσεις, αλλά το ίδιο συμβαίνει και στο χώρο των επιστημών, για παράδειγμα ποιος είναι ο μεγαλύτερος μονός αριθμός: με το πρόβλημα αυτό ασχολείται η επιστήμη των μαθηματικών ή, πιο σωστά, η επιστήμη τη φιλοσοφίας των μαθηματικών. Η φιλοσοφία όμως ασχολείται με ερωτήματα για τα οποία οι άλλες επιστήμες δεν βρίσκουν απαντήσεις, όπως: Τι σημαίνει είναι; Έχει διαφορά να πούμε εγώ είμαι, με την έννοια του υπάρχειν, ή να πούμε ότι τα σκυλιά είναι θηλαστικά ή ότι είμαι γεννημένος το έτος τάδε ή ακόμα και να αναρωτηθούμε τι είναι ο χρόνος. Υπάρχουν διαφορετικοί λόγοι για τους οποίους αποδεχόμαστε ότι μια ορθή γωνία έχει ενενήντα μοίρες και ότι όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί; Αν εγώ πιστεύω ότι είναι αλήθεια ότι τα σκυλιά είναι θηλαστικά, ότι τώρα βρέχει, ότι οι Τρεις Μάγοι επισκέφθηκαν τον Ιησού, ότι ο Ναπολέων πέθανε στην Αγία Ελένη και η ορθή γωνία έχει ενενήντα μοίρες, όλες μου αυτές οι πεποιθήσεις είναι με την ίδια έννοια «αληθείς»; Και τι είναι αλήθεια; Δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχουν απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά, αλλά αντίθετα, έχουν δοθεί υπερβολικά πολλές και υπάρχουν διαφορετικοί ορισμοί της αλήθειας.
Ίσως το εξέχον φιλοσοφικό ερώτημα ήταν και είναι «γιατί να υπάρχει κάτι και όχι τίποτα;»
Αυτά τα ερωτήματα μπορεί να είναι δύσκολα, και ορισμένοι ίσως σκεφτούν ότι οι φιλόσοφοι δεν έχουν κάτι καλύτερο να κάνουν και ασχολούνται με αυτά. Αλλάς ας αναλογιστούμε έναν άνθρωπο κακορίζικο, τσακισμένο από τη δυστυχία ή την αρρώστια, που αναρωτιέται «Μα γιατί να γεννηθώ; Δεν γίνονταν οι γονείς μου να μην με έφερναν στον κόσμο;» Ο ταλαίπωρος αναρωτιέται κάτι βασικό για τον ίδιο, κι όμως φιλοσοφεί, ακόμα κι αν δεν το καταλαβαίνει, ακριβώς όπως η γνωστή φιγούρα του Μολιέρου δεν κατάλαβε ποτέ ότι μιλούσε σε πρόζα.
Ιδού μερικά άλλα ερωτήματα, κατά βάση φιλοσοφικά, που ακόμα και οι φυσιολογικοί άνθρωποι θέτουν στον εαυτό τους: Υπάρχει δικαιοσύνη σε αυτόν τον κόσμο; Γιατί πρέπει να υποφέρουμε; Υπάρχει μετά θάνατον ζωή όπου θα αποζημιωθώ για τα βάσανά μου; Ο σύντροφός μου μου φαίνεται ο πιο όμορφος στον κόσμο, αλλά τι είναι η ομορφιά; Είναι καλύτερα να είμαστε όλοι ίδιοι ή να ανταμείβεται ο καθένας για τα προτερήματά του; Μία ορθή γωνία έχει ενενήντα μοίρες, και το πιστεύω, αλλά είναι εξίσου αλήθεια ότι όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί, ή μήπως θα αρκούσε ένας αθάνατος για να καταρρίψει αυτή την πεποίθηση; Αν εξωγήινοι έρχονταν στη Γη με έναν ιπτάμενο δίσκο, θα πίστευαν και αυτοί ότι μία ορθή γωνία έχει ενενήντα μοίρες; Τα ζώα έχουν ψυχή; Εγώ έχω; Και τι είναι ψυχή; Και πού βρίσκεται; Και τι είναι η μνήμη, δεδομένου ότι αν κάποιος χάσει εξ ολοκλήρου τη μνήμη του, μοιάζει να μην έχει πια ούτε ψυχή; Γιατί κλαίω με όσα συμβαίνουν σε πρόσωπα της μυθοπλασίας, παρόλο που ξέρω ότι είναι ψέματα; Είναι καλύτερα να πλουτίσει κανείς ξαποστέλνοντας όλους τους άλλους ή να ζει αλτρουιστικά; Λένα ότι ένας χοίρος είναι εξυπνότερος από ένα σκυλί ̇ τότε γιατί εγώ προτιμώ να βγάζω βόλτα τον σκύλο; Έχει να κάνει με τη φιλία, την αγάπη, την ταύτιση; Και τι είναι η φιλία, η αγάπη, η ταύτιση; […] Τι διαφορές υπάρχουν μεταξύ της λογικής, της νόησης του συναισθήματος, της πεποίθησης, των προτιμήσεων, των επιλογών από συνήθεια; Σε τι βαθμό το σώμα μας επεμβαίνει στον εγκέφαλό μας;
Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε επ’ άπειρον: είναι όλα φιλοσοφικά ερωτήματα και δεν χρειάζεται να είναι κανείς καθηγητής φιλοσοφίας για να τα διατυπώσει. Τα φιλοσοφικά ερωτήματα αφορούν τον καθένα από εμάς.
Φυσικά, μπορείτε να αποφασίσετε ότι όλα αυτά τα ερωτήματα είναι χάσιμο χρόνου και ότι μπορούμε να ζήσουμε μια χαρά διασκεδάζοντας, βγάζοντας χρήματα ή πεθαίνοντας της πείνας χωρίς αυτά να μας επηρεάσουν. Αλλά, πέραν του ότι ορισμένοι άνθρωποι δεν μπορούν να αντισταθούν στην έλξη προς αυτά τα ερωτήματα, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας αυτά τα «ασήμαντα» ερωτήματα καθόρισαν τον τρόπο ζωής μας, ώθησαν ομάδες σε θρησκευτικούς πολέμους, επηρέασαν ριζικά τις έρευνες των επιστημόνων, καθόρισαν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη ζωή, τη διασκέδαση το κέρδος και τα βάσανά μας, ακόμα και αυτών που δεν το αντιλήφθηκαν ποτέ.
Σε όλα αυτά θα πρέπει να συνυπολογίσουμε το γεγονός – και είναι πολύ σημαντικό- ότι η άσκηση της φιλοσοφίας διδάσκει την τέχνη του συλλογισμού, και ο ορθός συλλογισμός μπορεί να οδηγήσει στην ικανοποίηση του ανθρώπου, ακόμα κι αν αυτό δεν έχει πρακτικά αποτελέσματα στη ζωή, και φυσικά έχει βοηθήσει πολλούς άλλους σε πρακτικά προβλήματα. Ούτε χρειάζεται να παραλείψουμε το γεγονός ότι σπουδαίοι επιστήμονες όπως ο Καρτέσιος, ο Πασκάλ, ο Γαλιλαίος, μέχρι και ο Αϊνστάιν, και άλλοι, επιδόθηκαν μαζί με την επιστημονική έρευνα και στη φιλοσοφική σκέψη. […]
Δίχως άλλο, λοιπόν, γι’ αυτόν τον απλό λόγο, αξίζει τον κόπο να καταπιανόμαστε με τη φιλοσοφική σκέψη, ακριβώς όπως αξίζει την κόπο να κάνουμε γυμναστική. Στη δεύτερη περίπτωση, αποφεύγουμε να πάρουμε κιλά, στην πρώτη γινόμαστε εξυπνότεροι.
ΠΗΓΗ: Η Ιστορία της Φιλοσοφίας, U. Eco & R.Fedriga (επιμ.), Τ.1, σ.19 επ.