[…] Η ικανοποίηση της ατομικής αγάπης δε μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την ικανότητα για την αγάπη στο διπλανό μας, χωρίς αληθινή ταπεινοφροσύνη, θάρρος, πίστη και πειθαρχία. Σ’ έναν πολιτισμό όπου αυτές οι ιδιότητες είναι σπάνιες, η επίτευξη της ικανότητας για αγάπη κατ’ ανάγκη παραμένει ένα σπάνιο κατόρθωμα. Ο καθένας ας αναρωτηθεί πόσα άτομα με αληθινή αγάπη για τους άλλους έχει γνωρίσει.
Είναι η Αγάπη Τέχνη;
Αν είναι, χρειάζεται γνώση και προσπάθεια. ΄Η μήπως η αγάπη είναι ένα ευχάριστο συναίσθημα που κατά σύμπτωση το γνωρίζει κανείς, το «συναντά» αν είναι τυχερός; Αυτό το μικρό βιβλίο βασίζεται στην πρώτη αντίληψη, ενώ αναμφισβήτητα η πλειοψηφία των ανθρώπων πιστεύουν στη δεύτερη.
Όχι πως οι άνθρωποι θεωρούν την αγάπη σαν κάτι ασήμαντο. Οι άνθρωποι διψούν γι’ αγάπη. Παρακολουθούν αναρίθμητα κινηματογραφικά φιλμ που διηγούνται ευτυχισμένες ή αποτυχημένες ερωτικές ιστορίες. Ακούν εκατοντάδες ανόητα τραγούδια για την αγάπη. Παρόλα αυτά, σχεδόν κανείς τους δε σκέφτεται αν υπάρχει κάτι που πρέπει να μάθει σχετικά με την αγάπη. Αυτή η περίεργη αντίληψη, βασίζεται σε ορισμένες υποθέσεις που, ξεχωριστά ή συνδυασμένες, τείνουν να τη δικαιώσουν. Οι πιο πολλοί άνθρωποι βλέπουν το πρόβλημα της αγάπης πρωταρχικά σαν πρόβλημα του πώς ν’ αγαπηθούν, και όχι του πώς ν’ αγαπήσουν, πώς να αναπτύξουν την ικανότητά τους γι’ αγάπη. Δηλαδή, εκείνο που τους απασχολεί είναι πώς να τους αγαπήσουν οι άλλοι, πώς να γίνουν αξιαγάπητα πρόσωπα. Για να φθάσουν στο σκοπό αυτό ακολουθούν διάφορους τρόπους. Ένας τρόπος, αυτός που κυρίως ακολουθούν οι άντρες, είναι να πετύχουν, ν’ αποκτήσουν όση δύναμη και πλούτο μπορούν, στο βαθμό που τους επιτρέπουν τα κοινωνικά περιθώρια της θέσης τους. Ο δεύτερος τρόπος, αυτός που ιδιαίτερα ακολουθείται από τις γυναίκες, είναι να γίνουν ελκυστικές, με τη φροντίδα για το σώμα και το ντύσιμο. Άλλοι τρόποι για να γίνει κανείς ελκυστικός, είτε άντρας είναι είτε γυναίκα, είναι καλλιέργεια ωραίων τρόπων συμπεριφοράς, η ευχάριστη κι ενδιαφέρουσα ομιλία, η καλοσύνη, η μετριοφροσύνη, η πραότητα. […]
Μία δεύτερη υπόθεση που κρύβεται πίσω από τη σκέψη ότι δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί κανείς να μάθει σχετικά με την αγάπη, είναι ότι η αγάπη αποτελεί πρόβλημα αντικειμένου κι όχι πρόβλημα ψυχικής ικανότητας. Οι άνθρωποι νομίζουν ότι η αγάπη είναι κάτι εύκολο και ότι το δύσκολο είναι να βρουν το κατάλληλο άτομο που θέλουν ν’ αγαπήσουν ή από το οποίο επιθυμούν να αγαπηθούν. Οι αιτίες της αντίληψης αυτής έχουν τις ρίζες τους στην εξέλιξη της σύγχρονης κοινωνίας. […] Στις τελευταίες γενιές, η αντίληψη της «ρομαντικής αγάπης» έγινε σχεδόν πάγκοινη στο δυτικό κόσμο. […] Αυτή η νέα αντίληψη της ελευθερίας στην αγάπη μεγάλωσε τη σημασία του αντικειμένου σε βάρος της λειτουργίας. […]
Η τρίτη πλάνη που οδηγεί στην αντίληψη ότι δεν υπάρχει τίποτε να μάθουμε για την αγάπη, βρίσκεται στη σύγχυση ανάμεσα στην αρχική εμπειρία του συναισθήματος και στη διάρκειά του, ή όπως θα λέγαμε διαφορετικά, στο να είσαι μόνιμα ερωτευμένος. Αν δυο άνθρωποι άγνωστοι, ξένοι, όπως ξένοι είμαστε όλοι ανάμεσά μας, παραμερίσουν το φράγμα που τους χωρίζει και νιώσουν κοντά ο ένας στον άλλο, και νιώσουν ένα, αυτή η στιγμή της συνένωσης είναι μια στιγμή υπέρτατης αγαλλίασης, η δυνατότερη ίσως εμπειρία της ζωής τους. […]
Η αντίληψη ότι τίποτε δεν είναι πιο εύκολο από το ν’ αγαπάς, εξακολουθεί να είναι η πιο διαδεδομένη παρά την αφθονία των αποδείξεων για ο αντίθετο. Σχεδόν καμιά προσπάθεια, κανένα έργο δεν αρχίζει με τόσο μεγάλες ελπίδες και προσδοκίες όπως αρχίζει η αγάπη, κι ωστόσο τίποτε δεν αποτυχαίνει τόσο συχνά όσο αυτή. Αν αυτό συνέβαινε με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, οι άνθρωποι θα ήταν περισσότερο πρόθυμοι να εξετάσουν τους λόγους της αποτυχίας αυτής και να μάθουν πώς θα μπορούσαν να ενεργήσουν καλύτερα. Ή θα εγκατέλειπαν τη δραστηριότητα αυτή. Και αφού, στην περίπτωση της αγάπης, αυτό είναι αδύνατο, μόνο ένας δρόμος υπάρχει για το ξεπέρασμα της αποτυχίας: να εξετάσουμε τους λόγους της αποτυχίας αυτής και να προχωρήσουμε στην έρευνα της έννοιας της αγάπης.
Το πρώτο βήμα είναι να καταλάβουμε ότι η αγάπη είναι μία τέχνη, ακριβώς όπως μία τέχνη είναι και η ίδια η ζωή. Αν θέλουμε να μάθουμε πώς ν’ αγαπάμε, πρέπει να προσχωρήσουμε με τον ίδιο τρόπο που προχωρούμε όταν θέλουμε να μάθουμε μια οποιαδήποτε άλλη τέχνη, π.χ. μουσική, ζωγραφική, ξυλουργική ή την επιστήμη της ιατρικής και της μηχανικής.
Ποια είναι τα απαραίτητα στάδια στην εκμάθηση μιας οποιασδήποτε τέχνης;
Η διαδικασία της εκμάθησης μιας τέχνης μπορεί απλά να διαιρεθεί σε δυο μέρη: To πρώτο είναι η εκμάθηση της θεωρίας και το δεύτερο η εκμάθηση της πρακτικής. Αν θέλω να μάθω την επιστήμη της ιατρικής, πρέπει πρώτα απ’ όλα να μάθω τα βασικά στοιχεία για το ανθρώπινο σώμα και για τις διάφορες αρρώστιες. Αλλά κι όταν αποκτήσω όλη αυτή τη γνώση, πάλι δεν θα είμαι ικανός στην τέχνη της ιατρικής. Μόνο έπειτα από μακριά πρακτική εξάσκηση θα είμαι κύριος της τέχνης, μόνο όταν η θεωρητική γνώση και η πείρα της πρακτικής θα έχουν συγχωνευθεί σ’ ένα πράγμα – στη διαίσθησή μου, που αποτελεί την ουσία της κατοχής μιας τέχνης. Αλλ’ εκτός από τη γνώση της θεωρίας και της πρακτικής, ένας τρίτος παράγοντας είναι αναγκαίος για την κατάκτηση κάθε τέχνης – η υπέρτατη σημασία που δίνουμε στην τέχνη αυτή. Τίποτ’ άλλο στον κόσμο δεν πρέπει να είναι πιο σημαντικό από την τέχνη που μας ενδιαφέρει. Κι ίσως εδώ να βρίσκεται η απάντηση στο ερώτημα: γιατί οι άνθρωποι του πολιτισμού μας προσπαθούν τόσο σπάνια να μάθουν αυτή την τέχνη στο πείσμα των ολοφάνερων αποτυχιών τους; Παρόλο που η λαχτάρα γι’ αγάπη είναι τόσο βαθιά ριζωμένη, σχεδόν όλα τ’ άλλα φαίνονται να είναι πιο σημαντικά από την αγάπη: επιτυχία, γόητρο, χρήματα, δύναμη. Όλη μας σχεδόν η ενεργητικότητα χρησιμοποιείται για να μάθουμε πώς να πετύχουμε σ΄αυτούς τους σκοπούς. Και σχεδόν καθόλου για να μάθουμε την τέχνη της αγάπης.
[…]
Η αγάπη είναι δράση και όχι παθητικό αίσθημα. Με τον πιο γενικό τρόπο, ο ενεργητικός χαρακτήρας της αγάπης μπορεί να καθορισθεί αν πούμε ότι η αγάπη πρωταρχικά σημαίνει δόσιμο και όχι απολαβή.