Επιστήμη και Γνώση


 

«Ο Επιστήμονας δεν πρέπει να νιώσει ποτέ ότι κατέχει όλη τη Γνώση και άρα το ύπουλο συναίσθημα ότι είναι ισότιμος με αυτήν. Ο επιστήμονας πάντα θα έπεται, η Γνώση αιωνίως θα προηγείται…»

 

“Οι σύγχρονοι φυσικοί είμαστε ιδιαίτερα τυχεροί, γιατί χάρη στις γενιές αυτών που προηγήθηκαν ανά τους αιώνες, σήμερα έχουμε στη διάθεσή μας  ένα μεγάλο φορτίο γνώσης. Με τον όρο «σύγχρονοι φυσικοί», εννοώ όλους εκείνους οι οποίοι πρωτοεμφανίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 70.

Στην αρχή η φυσική ήταν ένα μικρό κάρο, που το ξεκίνησε και το έβαλε στην πορεία του ο Θαλής, και το οποίο σιγά σιγά πορευόταν μέσα στις λάσπες της ανθρώπινης άγνοιας. Καθώς κυλούσαν οι αιώνες, όλες οι επόμενες γενιές επιστημόνων προσέθεταν τα δικά τους «βαγονάκια» γνώσης. Έτσι φτάσαμε στο σήμερα, όπου πλέον η επιστήμη μας, η φυσική, έχει γίνει ένα υπερηχητικό τρένο που ταξιδεύει στο Διάστημα!

Στην πορεία αυτή υπήρξαν πολλά κομβικά σημεία, σημεία καμπής, τα οποία όσο θα υπάρχει η ανθρωπότητα, οφείλουμε να μην ξεχάσουμε ποτέ. Φεύγοντας από την «παρέα» Θαλής, Ηράκλειτος, Αναξίμανδρος, Πυθαγόρας, Δημόκριτος, έχουμε διαρκή υποχρέωση να αναφερόμαστε στον Κοπέρνικo, τον Γαλιλαίο, τον Τύχο Μπράχε και τον Κέπλερ. Αυτοί είναι οι πρώτοι που μας είπαν, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι η Γη είναι ένας πλανήτης που γυρίζει γύρω από τον Ήλιο, ενώ ο Κέπλερ μάς έδωσε και τους τρεις ομώνυμους νόμους αυτής της πλανητικής κίνησης.

Στα τέλη του 17ου αιώνα, εμφανίστηκε ένα από τα σημαντικότερα κομβικά πρόσωπα σε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία, ο Ισαάκ Νεύτων με τους νόμους του. Ουσιαστικά, αυτός ήταν που έβαλε τα θεμέλια για τη φυσική όπως την ξέρουμε σήμερα. Από τη δική του εποχή αρχίζει μία περίοδος που φτάνει μέχρι την ατομική θεωρία του Dalton στις αρχές του 19ου αιώνα, και από εκεί στο επιστημονικό αποκορύφωμα της λεγόμενης ηλεκτρομαγνητικής θεωρίας και των εξισώσεων του Maxwell.

Έτσι μπαίνουμε στον 20ο αιώνα, στις αρχές του οποίου συνέβησαν δύο νέα καθοριστικά γεγονότα: η θεωρία του Planck, με τον οποίο εγκαινιάστηκε η κβαντική φυσική, και πέντε χρόνια αργότερα η θεωρία της σχετικότητας. Η κβαντική φυσικήεδραιώθηκε στην οριστική της μορφή το 1925, αφού τα πρώτα της βήματα ήθελαν συμπλήρωμα. Αυτό έγινε από τους «τρεις ιεράρχες» της φυσικής, τον Heisenberg, τον Schrödinger και τον Dirac. Σε αυτούς χρωστάμε μέγιστη οφειλή, αφού έδειξαν με τις επιστημονικές τους εργασίες ότι αυτό που αποκαλούμε «κλαστική φυσική» δεν είναι παρά μια προσέγγιση της κβαντικής φυσικής. Στην πραγματικότητα ο κόσμος αποτελείται από κβάντα: δεν συντίθεται απλώς και μόνο από ό,τι αντιλαμβανόμαστε εμείς οι άνθρωποι με τις αισθήσεις μας.

Προχωρώντας σε αυτό το σύντομα χρονικό της φυσικής, φτάνουμε στα τέλη της δεκαετίας του 20 όταν δημιουργήθηκε η κβαντομηχανική, ενώ ο Edwin Hubble έκανε την τεραστίας σημασίας και κρίσιμη ανακάλυψη ότι το Σύμπαν διαστέλλεται. Τότε ολόκληρη η ανθρωπότητα, οι λίγοι εν γνώση τους και τα δισεκατομμύρια εν αγνοία τους, βρέθηκε επιστημονικά και γνωσιακά σε ένα ακόμα πολύ σπουδαίο σταυροδρόμι στην πορεία προς την κατάκτηση της γνώσης για τη Δημιουργία.

Φτάσαμε λοιπόν να πλησιάζουμε το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, όταν πραγματοποιήθηκε μια εκπληκτική πρόοδος: η γέννηση της φυσικής στοιχειωδών σωματιδίων (σωματιδίων δηλαδή όπως το φωτόνιο και τα quarks, τα οποία δεν εμπεριέχουν άλλα, μικρότερα σωμάτια) και της κβαντικής ηλεκτροδυναμικής (QED) των Feynmann, Schwinger και Tomonaga.

[…] Σήμερα πλέον τείνει να εδραιωθεί στον χώρο της φυσικής η θεωρία του Πολυσύμπαντος, η οποία εμφανίστηκε τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Είναι γεγονός ότι, αρχικά, πολλές από τις βασικές απόψεις της θεωρίας αυτής δεν μπορούσαν να επαληθευτούν πειραματικά. Χρειάστηκε να περάσει κάποιο διάστημα μέχρι να γίνουν οι απαραίτητες επεξεργασίες. Τα τελευταία δέκα χρόνια όμως έχει πάψει να θεωρείται «τρελή θεωρία», καθώς την αποδέχονται όλο και περισσότερο οι μεγαλύτεροι φυσικοί στον κόσμο.

Εδώ και μερικά χρόνια, όλοι όσοι αρχικά πιστέψαμε σε αυτή την «επανάσταση» θεωρούμαστε η «κεντρική σχολή» στη θεωρητική φυσική. Έτσι προχωρούσε πάντοτε η επιστήμη, με τους «τρελούς» οι οποίοι στο τέλος παίρνουν τη θέση του αυτονόητου. Μια τρελή σκέψη του σήμερα μπορεί να είναι το αυτονόητο του αύριο. Αυτό φαίνεται να έχει γίνει ένα αξίωμα που διαποτίζει όλη την πορεία την ανθρωπότητας. Φυσικά όλα αυτά συνέβησαν μόνο μέσα από διαρκείς «μάχες» και «πολέμους». Χωρίς αυτά, δεν μπορεί να υπάρξει πρόοδος και να παραχθεί πολιτισμός.

[….] Ο Glashow, για παράδειγμα, ο οποίος είναι μια ιερή προσωπικότητα της φυσικής, ήταν πάντα αρνητικός μπροστά στις απόψεις της σχολής μας περί υπερσυμμετρίας, αλλά και για τη θεωρία των χορδών. Είναι ένας από τους σπουδαίος δασκάλους μου στη φυσική, και γίναμε στενοί φίλοι, αφού οι όποιες διαφωνίες μας εκφράζονται πάντα με αμοιβαίο αλληλοσεβασμό και βαθιά εκτίμηση.

Έτσι είναι οι πραγματικοί επιστήμονες, έτσι είναι οι σοβαρές επιστημονικές κοινότητες παντού στον κόσμο. Όλοι, από τον πρώτο ως τον τελευταίο, ανεξάρτητα από τις διαφωνίες μας και από τη «σχολή» όπου ανήκουμε, είμαστε πεπεισμένοι πως συμμετέχουμε σε ένα σημαντικότατο γεγονός που αφορά ολόκληρη την ανθρωπότητα, και πως ενεργούμε στο όνομα μια υψηλής αποστολής.

Ο τρόπος σκέψης ενός επιστήμονα πρέπει να βρίσκεται στο άλλο άκρο από εκείνο των φανατικών κάθε «Ιδέας» και «Θρησκείας». Ο επιστήμονας δεν πρέπει να νιώσει ποτέ ότι κατέχει όλη τη Γνώση και άρα το ύπουλο συναίσθημα ότι είναι ισότιμος με αυτήν. Ο επιστήμονας πάντα θα έπεται, η Γνώση αιωνίως θα προηγείται.”

 

Πηγή: Νανόπουλος Δ., Στον Τρίτο Βράχο από τον  Ήλιο, Μία ζωή,η επιστήμη κι άλλα παράλληλα σύμπαντα,  5η έκδ., 2015, σ.119 επ.