Εισαγωγή στην εσωτερική διδασκαλία


 

 

[…] Όλες οι μεγάλες θρησκείες  έχουν μία ιστορία εξωτερική και μία εσωτερική, τη μία φανερή και την άλλη κρυφή. Με την εξωτερική ιστορία εννοώ τα δόγματα και του μύθους που διδάσκονται δημόσια στους ναούς και στα σχολεία και που τα αναγνωρίζουμε στη λατρεία και στις λαϊκές προλήψεις. Με την εσωτερική διδασκαλία εννοώ τη βαθιά επιστήμη, τη μυστική διδασκαλία, την απόκρυφη  δράση των μεγάλων μυημένων ή αναμορφωτών, οι οποίοι δημιούργησαν, υποστήριξαν και διέδωσαν τις ίδιες τις θρησκείες. Η πρώτη, η επίσημη ιστορία, εκείνη που διαβάζεται παντού, είναι γνωστή σε όλους, αλλά δεν είναι γι’ αυτό λιγότερο σκοτεινή, μπερδεμένη, αντιφατική. Η δεύτερη, που την ονομάζω εσωτερική παράδοση ή διδασκαλία των Μυστηρίων, είναι πολύ δύσκολο να διευκρινιστεί. Γιατί λαμβάνει χώρα μέσα στο βάθος των ναών και στις μυστικές αδελφότητες, ενώ τα πιο συγκινητικά δράματά της ξετυλίγονται ολόκληρα μέσα στην ψυχή των μεγάλων προφητών, οι οποίοι δεν εμπιστεύθηκαν σε καμία μεμβράνη ούτε σε κανένα μαθητή τις υπέρτατες κρίσεις τους, τις θείες εκστάσεις τους. Πρέπει να τη μαντέψουμε. Αλλά άπαξ και τη δει κανείς, φαίνεται φωτεινή, οργανική, πάντοτε σε αρμονία με τον εαυτό της. Θα μπορούσαμε επίσης να την ονομάσουμε ιστορία της αιώνιας θρησκείας. Μέσα σ’ αυτήν δείχνεται το αποκάτω των πραγμάτων, η καλή όψη της ανθρώπινης συνείδησης, της οποίας η ιστορία δε μας παρουσιάζει παρά μόνο την πολύπαθη ανάποδη. Εκεί πιάνουμε το πρωταρχικό σημείο της γέννησης της Θρησκείας και της Φιλοσοφίας, που ξαναενώνονται στο άλλο άκρο της έλλειψης μέσω της ολοκληρωτικής επιστήμης. Βρίσκουμε εκεί την αιτία, τη γένεση και το τέλος της εργασίας των αιώνων, την Πρόνοια μέσα στους επίγειους παράγοντές της.

[…] Στην Ελλάδα η εσωτερική σκέψη είναι πιο φανερή και συνάμα πιο συγκαλυμμένη από αλλού. Πιο φανερή, γιατί αναδίδεται μέσα από μία ανθρώπινη και θελκτική μυθολογία, γιατί τρέχει σαν αθάνατο αίμα μέσα στις φλέβες του πολιτισμού αυτού και αναβρύζει από όλους τους πόρους των Θεών του, σαν άρωμα και σαν ουράνια δροσιά. Αφετέρου, όμως, τη βαθιά και επιστημονική σκέψη, που πρωτοστάτησε στη σύλληψη όλων αυτών των μύθων, είναι συνήθως πιο δύσκολο να διεισδύσει κανείς, εξαιτίας και του ίδιου του θέλγητρου των μύθων αλλά και των εξωραϊσμών που πρόσθεσαν σε αυτούς τους μύθους οι ποιητές. Αλλά οι υπέρτατες αρχές της δωρικής θεοσοφίας και της δελφικής σοφίας είναι γραμμένες με χρυσά γράμματα στα ορφικά αποσπάσματα και τη πυθαγόρεια σύνθεση, καθώς επίσης και στη διαλεκτική και λίγο φανταστική εκλαΐκευση του Πλάτωνα. Τέλος, η σχολή της Αλεξάνδρειας μάς παρέχει χρήσιμα κλειδιά. Διότι υπήρξε η πρώτη που δημοσίευσε εν μέρει και σχολίασε την έννοια των μυστηρίων, την εποχή που χαλάρωνε η ελληνική θρησκεία και εξαπλωνόταν ο χριστιανισμός.

[…] Δεν πρέπει τάχα να πούμε, ύστερα από αυτά, ότι υπάρχει, κατά την έκφραση του Leibniz, ένα είδος αιώνιας φιλοσοφίας (percunis guaedan philosophia) που αποτελεί τον πρωταρχικό σύνδεσμο της επιστήμης και της θρησκείας και την τελική τους ενότητα; Η αρχαία θεοσοφία διδασκόταν στις Ινδίες, στην Αίγυπτο και στην Ελλάδα, αποτελούσε αληθινή εγκυκλοπαιδική γνώση (με την έννοια της παιδείας που περιλαμβάνει όλο των κύκλων γνώσεων), η οποία γενικώς διαιρούνταν σε τέσσερις κατηγορίες:

  • Τη Θεογονία ή επιστήμη των απόλυτων αρχών, η οποία ταυτίζεται με την επιστήμη των Αριθμών που εφαρμοζόταν στο σύμπαν: τα ιερά μαθηματικά.
  • Την Κοσμογονία, την πραγματοποίηση δηλαδή των αιωνίων αρχών μέσα στο χρόνο ή εισέλιξη του πνεύματος μέσα στην ύλη – περίοδοι του κόσμου.
  • Την Ψυχολογία, σύσταση του ανθρώπου, εξέλιξη της ψυχής στο μέσο της αλυσίδας των υπάρξεων.
  • Τη Φυσική, επιστήμη των βασιλείων της γήινης φύσης και των ιδιοτήτων τους.

[…] Βλέπουμε λοιπόν ότι οι επιστήμες και οι τέχνες , όλα περιλαμβάνονταν  μέσα σ’ αυτή τη θεοσοφία και απέρρεαν από μια και την αυτή αρχή: διανοητικό μονισμό, εξελικτικό και υπερβατικό πνευματισμό.

Μπορούμε να διατυπώσουμε ως εξής τις ουσιώδεις αρχές της εσωτερικής διδασκαλίας: το πνεύμα είναι η μόνη πραγματικότητα. Η ύλη δεν είναι παρά η κατώτερή του έκφραση, η μεταβαλλόμενη, η εφήμερη, η πραγμάτωσή του μέσα στο χώρο και χρόνο. Η δημιουργία είναι αιώνια και συνεχής, όπως η ζωή. Ο μικρόκοσμος – άνθρωπος, λόγω της τριαδικής του σύστασης (πνεύμα, ψυχή και σώμα), είναι η εικόνα και ο καθρέφτης του μακρόκοσμου – σύμπαντος (θείος, ανθρώπινος και φυσικός), ο οποίος είναι ο ίδιος το όργανο του άρρητου Θεού, του απόλυτου Πνεύματος, που είναι από τη φύση του Πατέρας, Μητέρα και Υιός (ουσία, υπόσταση, ζωή). Να γιατί ο άνθρωπος, η εικόνα του Θεού, μπορεί να γίνει ο έμψυχος λόγος του. Η γνώση ή η μάθηση των μυστηρίων μέσω της λογικής στο πέρασμα των χρόνων είναι η τέχνη του να βρίσκουμε τον Θεό μέσα στον εαυτό μας, αναπτύσσοντας τα απόκρυφα βάθη και τις λανθάνουσες ικανότητες της συνείδησης. Η ανθρώπινη ψυχή, η ατομικότητα, είναι αθάνατη στην ουσία της. Η ανάπτυξή της λαμβάνει χώρα σ’ ένα επίπεδο που διαδοχικά ανεβαίνει και κατεβαίνει, μέσα από υπάρξεις εναλλάξ πνευματικές και σωματικές. Η μετενσάρκωση είναι ο νόμος της εξέλιξής της. Όταν φτάσει στην τελειότητά της, ξεφεύγει απ’ αυτόν και ξαναγυρίζει στο αγνό Πνεύμα, στο Θεό, με πλήρη τη συνείδησή της. Και όπως η ψυχή σηκώνεται πάνω από το νόμο του αγώνα για τη ζωή, όταν συνειδητοποιεί τον ανθρωπισμό της, όμοια υψώνεται πάνω από το νόμο της μετενσάρκωσης όταν αποκτά επίγνωση της θεότητάς της.

[…]  Οι προοπτικές που ανοίγονται είναι απέραντες. Όταν τις παρατηρούμε για πρώτη φορά, δοκιμάζουμε το θάμβος, τη φρικίαση του απείρου. Οι Άβυσσοι του Ασυνειδήτου ανοίγονται μέσα μας, μάς δείχνουν το βάραθρο μέσα από το οποίο βγαίνουμε, τα ιλιγγιώδη ύψη προς τα οποία αποβλέπουμε. Μαγεμένοι από το άπειρο αυτό, αλλά και τρομαγμένοι για το ταξίδι, ζητούμε να μην υπάρχουμε πια, κάνουμε επίκληση  προς τη Νιρβάνα. Έπειτα παρατηρούμε ότι η αδυναμία αυτή μοιάζει με την κούραση του ναύτη που είναι έτοιμος ν’ αφήσει το κουπί στη μέση της καταιγίδας. Κάποιος είπε: « Ο άνθρωπος γεννήθηκε μέσα στην κοιλότητα του κύματος και δεν ξέρει τίποτα για τον απέραντο ωκεανό που εκτείνεται μπροστά και πίσω του.» Αυτό είναι αληθές. Αλλά ο υπερβατικός  μυστηριασμός σπρώχνει τη βάρκα μας επάνω στην κορυφή ενός κύματος, και εκεί, ενώ μας δέρνει πάντα η μανία της θύελλας, αντιλαμβανόμαστε το μεγαλειώδη ρυθμό της και το μάτι, μετρώντας τον ουράνιο θόλο, αναπαύεται στη γαλήνη του γαλάζιου.

 

ΠΗΓΗ: Ε. Schuré, Oι Μεγάλοι Μύστες